Niańczyć στα ελληνικά

Μετάφραση: niańczyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάγια, νοσοκόμα, νοσηλευτή, νοσηλεύτρια, τη νοσοκόμα, η νοσοκόμα
Niańczyć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • berbeć στα ελληνικά - κατσικάκι, πιτσιρίκος, βρομόπαιδο, παιδί, μικρό παιδί, νήπιο, το μικρό παιδί, ...
  • chybiać στα ελληνικά - αποτυγχάνω, αστοχώ, δεσποινίς, χάνω, δεσποινίδα, Μεγάλη χαμένη ευκαιρία, Μις, ...
  • defloracja στα ελληνικά - διακόρευση, εκπαρθένευση, defloration
  • hydroksyloamina στα ελληνικά - υδροξυλαμίνη, υδροξυλαμίνης, υδροξυλαμινο, υδροξυλαμίνη για, της υδροξυλαμίνης
Τυχαίες λέξεις
Niańczyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάγια, νοσοκόμα, νοσηλευτή, νοσηλεύτρια, τη νοσοκόμα, η νοσοκόμα