Niesprawny στα ελληνικά

Μετάφραση: niesprawny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανάπηρος, αναποτελεσματικός, ανεπαρκής, αναποτελεσματική, αναποτελεσματικό, αναποτελεσματικές, αναποτελεσματικών
Niesprawny στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bufon στα ελληνικά - παλιάτσος, γελωτοποιός, buffoon, καραγκιόζη, μπούφοι
  • czereśniowy στα ελληνικά - κεράσι, κερασιάς, κερασιού, κερασιών, κερασιά
  • dotkliwy στα ελληνικά - οξυδερκής, οδυνηρός, βαρύς, σοβαρός, αυστηρός, οξύς, ενδιαφερόμενος, ...
  • gokart στα ελληνικά - καροτσάκι μωρού
Τυχαίες λέξεις
Niesprawny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανάπηρος, αναποτελεσματικός, ανεπαρκής, αναποτελεσματική, αναποτελεσματικό, αναποτελεσματικές, αναποτελεσματικών