Nieuprzejmy στα ελληνικά

Μετάφραση: nieuprzejmy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγενής, θηριώδης, αγροίκος, κτηνώδης, αγενές, αγενείς, αγενή, αγένεια
Nieuprzejmy στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • antydatować στα ελληνικά - προχρονολογούμαι, είναι προγενέστερα, είναι προγενέστερες, είχαν συναφθεί πριν, χρονολογούνται πριν από, είχαν συναφθεί πριν από
  • embrionalny στα ελληνικά - εμβρυϊκά, εμβρυϊκών, εμβρυονικά, εμβρυικά, τα εμβρυϊκά
  • fortel στα ελληνικά - τέχνασμα, τέχνη, στρατήγημα, υπεκφυγή, Ρούσε, Ruse, κόλπο, ...
  • gniewać στα ελληνικά - οργή, θυμός, φούρκα, εξαγριώ, εξαγριώνω, εξαγριώσει, εξοργίσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Nieuprzejmy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγενής, θηριώδης, αγροίκος, κτηνώδης, αγενές, αγενείς, αγενή, αγένεια