Niezaradny στα ελληνικά
Μετάφραση: niezaradny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανήμπορος, αδέξιος, ανίκανος, ατζαμής, οκνηρός, αδρανής
Μεταφράσεις
- dostrajanie στα ελληνικά - κούρδισμα, Tuning, Συντονισμός, συντονισμού, βραχυχρόνιων διακυμάνσεων της ρευστότητας
- dysputa στα ελληνικά - διαφωνία, διαμάχη, διένεξη, διεκδικώ, δημόσια συζήτηση, συζήτηση, συζήτησης, ...
- estrogeny στα ελληνικά - οιστρογόνα, οιστρογόνων, τα οιστρογόνα, των οιστρογόνων, λαμβάνουν οιστρογόνα
- immunizacja στα ελληνικά - ανοσοποίηση, ανοσοποίησης, την ανοσοποίηση, εμβολιασμού, ανοσοποιήσεως
Τυχαίες λέξεις
Niezaradny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανήμπορος, αδέξιος, ανίκανος, ατζαμής, οκνηρός, αδρανής
Μεταφράσεις: ανήμπορος, αδέξιος, ανίκανος, ατζαμής, οκνηρός, αδρανής