Niezobowiązujący στα ελληνικά

Μετάφραση: niezobowiązujący, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξέγνοιαστος, ανεπίσημος, disobliging
Niezobowiązujący στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • amortyzator στα ελληνικά - απορροφητήρας, απορροφητή, απορρόφησης, απορροφητής, απορροφητήρα
  • dafnia στα ελληνικά - Daphnia, η Daphnia, σε Daphnia, τη Daphnia magna, της Daphnia
  • efemeryczność στα ελληνικά - εξαφάνιση, Evanescence, των Evanescence, τους Evanescence, εφήμερου
Τυχαίες λέξεις
Niezobowiązujący στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξέγνοιαστος, ανεπίσημος, disobliging