Notować στα ελληνικά
Μετάφραση: notować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σημείωση, δίσκος, καθορίζω, ηχογραφώ, ρεκόρ, αφηγούμαι, καταγράφω, παραθέτω, ιστορώ, μνημονεύω, χρονικό, σημειώνω, καταγραφή, εγγραφή, αρχείο, η εγγραφή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- angaż στα ελληνικά - προσβάλλομαι, αρραβώνες, συμβόλαιο, συστέλλομαι, συμπλοκή, σύμπλεξη, εμπλοκή, ...
- biatlon στα ελληνικά - δίαθλο, διάθλου, biathlon, δίαθλου, το δίαθλο
- dostojność στα ελληνικά - αξιοπρέπεια, αξιοπρέπειας, την αξιοπρέπεια, της αξιοπρέπειας, αξιοπρέπειά
- hala στα ελληνικά - ατελιέ, αίθουσα, Hall, αίθουσας, Μέγαρο, χωλ
Τυχαίες λέξεις
Notować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σημείωση, δίσκος, καθορίζω, ηχογραφώ, ρεκόρ, αφηγούμαι, καταγράφω, παραθέτω, ιστορώ, μνημονεύω, χρονικό, σημειώνω, καταγραφή, εγγραφή, αρχείο, η εγγραφή
Μεταφράσεις: σημείωση, δίσκος, καθορίζω, ηχογραφώ, ρεκόρ, αφηγούμαι, καταγράφω, παραθέτω, ιστορώ, μνημονεύω, χρονικό, σημειώνω, καταγραφή, εγγραφή, αρχείο, η εγγραφή