Nudzenie στα ελληνικά
Μετάφραση: nudzenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οκνηρία, βαρεμάρα, βαρετός, κουρασμένος, κουρασμένο, κουρασμένοι, κουραστεί, κουρασμένα
Μεταφράσεις
- dwukółka στα ελληνικά - κάρο, Dray, ϋΓβγ, μεταφέρω με κάρο
- dziurawić στα ελληνικά - πλήττω, διατρυπώ, οπή, οπής, διάτρηση, άνοιγμα, διαμετρήματος
- gazomierz στα ελληνικά - μετρητής του γκαζιού, μετρητής αερίου, μετρητή αερίου, ετρητής αερίου, μετρητή αερίων
- głosiciel στα ελληνικά - υποστηρικτής, συνηγορώ, ιεροκήρυκας, υπερασπιστής, συνήγορος, εκπρόσωπος, εκπρόσωπος της, ...
Τυχαίες λέξεις
Nudzenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οκνηρία, βαρεμάρα, βαρετός, κουρασμένος, κουρασμένο, κουρασμένοι, κουραστεί, κουρασμένα
Μεταφράσεις: οκνηρία, βαρεμάρα, βαρετός, κουρασμένος, κουρασμένο, κουρασμένοι, κουραστεί, κουρασμένα