Obejmujący στα ελληνικά

Μετάφραση: obejmujący, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θηλυκός, συμπεριλαμβανομένου, Συνυπολογισμός, Συμπεριλαμβάνονται, Συμπεριλαμβανομένων, Περιλαμβάνονται
Obejmujący στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alchemia στα ελληνικά - αλχημεία, αλχημείας, η αλχημεία, την αλχημεία, alchemy
  • deko στα ελληνικά - ΔΕΚΟ, Δ.Ε.Κ.Ο., των ΔΕΚΟ
  • galwanizacja στα ελληνικά - γαλβανισμό, γαλβάνισμα, γαλβανισμός, ψευδαργύρωση, γαλβανισμού
  • humidostat στα ελληνικά - humidistat, υγροστάτης, υγροστάτη, του υγροστάτη, ρυθμιστή υγρασίας
Τυχαίες λέξεις
Obejmujący στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θηλυκός, συμπεριλαμβανομένου, Συνυπολογισμός, Συμπεριλαμβάνονται, Συμπεριλαμβανομένων, Περιλαμβάνονται