Obezwładnienie στα ελληνικά
Μετάφραση: obezwładnienie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απόκρυψη, καταστολή, αδράνεια, αδράνειας, αδρανείας, την αδράνεια, της αδράνειας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- beczkowóz στα ελληνικά - βυτίο
- dysocjować στα ελληνικά - αποσυνθέτω, σαπίζω, διαχωρίζω, διίστανται, διαχωρίσει, διαχωριστεί, αποσυνδεθεί
- fatalistyczny στα ελληνικά - μοιρολατρικός, μοιρολατρική, φαταλιστική, τη μοιρολατρική, μοιρολατρικό
- fatalnie στα ελληνικά - θύμα, θάνατος, μοιρολατρικά, θανάσιμα, μοιραία, ανεπανόρθωτα, επέλθει θάνατος
Τυχαίες λέξεις
Obezwładnienie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απόκρυψη, καταστολή, αδράνεια, αδράνειας, αδρανείας, την αδράνεια, της αδράνειας
Μεταφράσεις: απόκρυψη, καταστολή, αδράνεια, αδράνειας, αδρανείας, την αδράνεια, της αδράνειας