Obiekt στα ελληνικά

Μετάφραση: obiekt, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευκολία, ευχέρεια, στόχος, αντικείμενο, στοχεύω, αντιτείνω, δομή, αντικειμένου, σκοπός, αντικείμενο της
Obiekt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • akolita στα ελληνικά - ακόλουθος, βοηθός ιερέα, παπαδάκι, ακόλουθος ιερέως
  • aseptycznie στα ελληνικά - άσηπτες συνθήκες, υπό άσηπτες συνθήκες, ασηπτικά, ασηπτικώς, άσηπτα
  • bankowość στα ελληνικά - τραπεζικής, τραπεζική, τραπεζικές, τραπεζικά, τραπεζικό
  • fistaszek στα ελληνικά - φιστίκια Αιγίνης, φιστίκια, φιστικιών, φυστίκια, κελυφωτά φιστίκια
Τυχαίες λέξεις
Obiekt στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευκολία, ευχέρεια, στόχος, αντικείμενο, στοχεύω, αντιτείνω, δομή, αντικειμένου, σκοπός, αντικείμενο της