Obijać στα ελληνικά
Μετάφραση: obijać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μώλωπας, απαγχονίζω, τσιπ, μελανιάζω, μελανιά, γκρεμίζω, γκρεμίσουμε, χτυπήσει κάτω, γκρεμίσει, να χτυπήσει κάτω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dryf στα ελληνικά - τάση, παρασυρόμενα, παρασυρόμενων, μετατόπιση, ολίσθηση
- eremita στα ελληνικά - ερημίτης, ερημίτη, ασκητής, ερημιτών, ασκητή
- etos στα ελληνικά - ήθος, ήθους, το ήθος, δεοντολογία, ηθική
- gotowy στα ελληνικά - υποκινώ, πανέτοιμος, καθορισμένος, ωθώ, έτοιμος, γρήγορος, τοποθετώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Obijać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μώλωπας, απαγχονίζω, τσιπ, μελανιάζω, μελανιά, γκρεμίζω, γκρεμίσουμε, χτυπήσει κάτω, γκρεμίσει, να χτυπήσει κάτω
Μεταφράσεις: μώλωπας, απαγχονίζω, τσιπ, μελανιάζω, μελανιά, γκρεμίζω, γκρεμίσουμε, χτυπήσει κάτω, γκρεμίσει, να χτυπήσει κάτω