Λέξη: μαγνητικός

Σχετικές λέξεις: μαγνητικός

μαγνητικός πίνακας, μαγνητικός τομογράφος κατερίνη, μαγνητικός κινητήρας, μαγνητικός τομογράφος ανοικτού τύπου, μαγνητικός βορράς, μαγνητικός αναδευτήρας, μαγνητικός διάδρομος τρεξίματος, μαγνητικός καθρέφτης, μαγνητικός τομογράφος, μαγνητικός τομογράφος χαλάνδρι

Μεταφράσεις: μαγνητικός

μαγνητικός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
magnetic, magnet, a magnetic, magnetically

μαγνητικός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
magnético, magnética, magnéticos, magnéticas, magnético de

μαγνητικός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
magnetisch, Magnet, magnetischen, magnetische, Magnetfeld

μαγνητικός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
aimanté, magnétique, magnétiques, magnétique de

μαγνητικός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
magnetico, magnetica, magnetici, magnetiche

μαγνητικός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ímã, magnético, magnética, magnéticos, magnéticas, magn�ico

μαγνητικός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
magnetisch, magnetische, de magnetische, van magnetische

μαγνητικός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
магнетический, притягивающий, магнитный, притягательный, привлекательный, магнитная, магнитного, магнитное, магнитной

μαγνητικός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
magnetisk, magnetiske, magnet, magnetfelt

μαγνητικός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
magnetisk, magnetiska, magnetiskt, magnet, magnetfält

μαγνητικός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
magneettinen, magneettisen, magneettiset, magneettisia, magneettista

μαγνητικός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
magnetisk, magnetiske, magnetfelt

μαγνητικός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
magnetický, přitažlivý, magnetické, magnetická, magnetického, magnetickou

μαγνητικός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
magnetyczny, magnetofonowy, magnetyczne, magnetycznego, magnetyczna, magnetycznych

μαγνητικός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
mágneses, a mágneses

μαγνητικός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
manyetik, magnetik, mıknatıslı, bir manyetik

μαγνητικός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
електромагніт, магніт, магнітний

μαγνητικός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
magnetik, magnetike

μαγνητικός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
магнитен, магнитна, магнитно, магнитни, магнитното

μαγνητικός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
магнітны, магнітнае

μαγνητικός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
magnetiline, magnet-, magnet, magnetvälja, magnetilised

μαγνητικός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
magnetskih, magnetske, magnetni, magnetski, magnetska, magnetsko, magnetskog

μαγνητικός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
segulmagnaðir, segullyklar, aðdráttarafl

μαγνητικός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
magnetinis, magnetinė, magnetinio, magnetiniai, magnetinių

μαγνητικός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
magnētisks, magnētiskā, magnētiskās, magnētisko, magnētisku

μαγνητικός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
магнетна, магнетни, магнетен, магнетните, магнетно

μαγνητικός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
magnetic, magnetică, magnetice, magnetica

μαγνητικός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
magnetni, magnetna, magnetno, magnetic, magnetne

μαγνητικός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
magnetický, magnetické, magnetická

Στατιστικά δημοτικότητας: μαγνητικός

Τυχαίες λέξεις