Obrywać στα ελληνικά

Μετάφραση: obrywać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκίζω, σχίζω, δάκρυ, να, για να, σε, για, με
Obrywać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aksamitny στα ελληνικά - βελούδο, βελούδινο, βελούδινη, βελούδινα, βελούδινες
  • bezdenny στα ελληνικά - άπειρος, φοβερός, απύθμενος, άπατος, απύθμενο, πυθμένα, χωρίς πυθμένα, ...
  • gustownie στα ελληνικά - νοικοκυρεμένα, τακτοποιημένα, όμορφα, απλά, έξυπνα
  • hochsztaplerstwo στα ελληνικά - καμώματα, δόλος, απάτη, εικονική, ψευδο, sham, εικονικής
Τυχαίες λέξεις
Obrywać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκίζω, σχίζω, δάκρυ, να, για να, σε, για, με