Odblokować στα ελληνικά
Μετάφραση: odblokować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έκδηλος, ελευθερώνω, διαυγής, εναργής, ξεκλειδώσετε, ξεκλείδωμα, να ξεκλειδώσετε, ξεκλειδώσει, ξεκλειδώσετε το
Μεταφράσεις
- antylogarytm στα ελληνικά - antilog, αντιλογάριθμος, αντιλογάριθμο, τον αντιλογάριθμο, αντιλογάριθμο του
- bezceremonialny στα ελληνικά - αμβλύς, μονοκόμματος, απότομος, αυτοσχέδιος, αυθόρμητο, πρόχειρες, ελαφρότητα, ...
- czarująco στα ελληνικά - γοητευτικά, γοητευτικό, όμορφα, χαριτωμένα, γοητευτικό τρόπο
- gont στα ελληνικά - βότσαλο, βότσαλα, με βότσαλα, βοτσάλων, ξυλοκεράμων
Τυχαίες λέξεις
Odblokować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έκδηλος, ελευθερώνω, διαυγής, εναργής, ξεκλειδώσετε, ξεκλείδωμα, να ξεκλειδώσετε, ξεκλειδώσει, ξεκλειδώσετε το
Μεταφράσεις: έκδηλος, ελευθερώνω, διαυγής, εναργής, ξεκλειδώσετε, ξεκλείδωμα, να ξεκλειδώσετε, ξεκλειδώσει, ξεκλειδώσετε το