Odniesienie στα ελληνικά

Μετάφραση: odniesienie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναφορά, αναγωγή, θεωρώ, παραπομπή, αναφοράς, αναφοράς για, αναφοράς που
Odniesienie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abrazyjny στα ελληνικά - τραχιά, Λειαντικά, Λειαντικές, Λειαντικοί, Abrasive
  • epizod στα ελληνικά - επεισόδιο, επεισοδίου, το επεισόδιο, επεισοδίων, του επεισοδίου
  • heros στα ελληνικά - ήρωας, ήρωα, ο ήρωας, ήρωάς, ήρωά
  • hydrofobowy στα ελληνικά - υδρόφοβο, υδρόφοβα, υδρόφοβη, υδρόφοβες, υδρόφοβων
Τυχαίες λέξεις
Odniesienie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναφορά, αναγωγή, θεωρώ, παραπομπή, αναφοράς, αναφοράς για, αναφοράς που