Odnoszenie στα ελληνικά

Μετάφραση: odnoszenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άμαξα, βαγόνι, αναφορά, παραπομπή, χαρακτηρισμός, συσχέτιση, αναφορά σε
Odnoszenie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • asfaltować στα ελληνικά - άσφαλτος, άσφαλτο, ασφάλτου, ασφαλτοστρωμένο, ασφαλτική
  • bełkotanie στα ελληνικά - ανοησίες, τραυλίζω, φυσαλίδες, φυσαλίδων, αναβρασμός, διοχέτευση, εμφύσηση
  • decha στα ελληνικά - σανίδα, επιβιβάζομαι, επικάλυψη, συμπλήρωση, συμπληρωματικής κάλυψης, topping, κάλυμμα
  • efektywnie στα ελληνικά - αποτελεσματικά, αποδοτικά, αποτελεσματική, αποτελεσματικότερα, αποτελεσματικό
Τυχαίες λέξεις
Odnoszenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άμαξα, βαγόνι, αναφορά, παραπομπή, χαρακτηρισμός, συσχέτιση, αναφορά σε