Odraczać στα ελληνικά
Μετάφραση: odraczać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναβάλλω, επαναθέτω, ίζημα, προσχώνω, αναστέλλω, αναζωογονώ, κρεμώ, αναβιώνω, αναβάλει, αναβάλλει, να αναβάλει, αναβάλει την, αναβάλλει την
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- absurdalny στα ελληνικά - γελοίος, περίγελος, παράλογος, παράλογο, παράλογη, παράλογες, παράλογα
- aerodynamiczny στα ελληνικά - αεροδυναμικός, αεροδυναμική, αεροδυναμικές, αεροδυναμικής, αεροδυναμικό
- aksonometryczny στα ελληνικά - αξονομετρικά, αξονομετρικού, αξονομετρικών, αξονομετρική, αξονομετρικό
- bilon στα ελληνικά - παραλλαγή, παραλλάζω, μετατροπή, αλλάζω, κέρμα, νόμισμα, νομίσματος, ...
Τυχαίες λέξεις
Odraczać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναβάλλω, επαναθέτω, ίζημα, προσχώνω, αναστέλλω, αναζωογονώ, κρεμώ, αναβιώνω, αναβάλει, αναβάλλει, να αναβάλει, αναβάλει την, αναβάλλει την
Μεταφράσεις: αναβάλλω, επαναθέτω, ίζημα, προσχώνω, αναστέλλω, αναζωογονώ, κρεμώ, αναβιώνω, αναβάλει, αναβάλλει, να αναβάλει, αναβάλει την, αναβάλλει την