Ogień στα ελληνικά
Μετάφραση: ogień, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξανθός, πυρακτώνομαι, φωτιά, ανάβω, φλόγες, φωτερός, φωτίζω, λάμψη, απολύω, πυροβολώ, φεγγοβολώ, πυρκαγιά, εκπυρσοκρότηση, πυρκαγιάς, φωτιάς, πυρός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abiturient στα ελληνικά - αποφοιτώ, απόφοιτος, πτυχιούχος, μεταπτυχιακό, μεταπτυχιακών, μεταπτυχιακούς
- batalia στα ελληνικά - μάχη, μάχης, αγώνα, τη μάχη, μάχη για
- beryl στα ελληνικά - βηρύλλος, βηρύλλου, Βήρυλλο, βήρυλλος, Beryl
- duda στα ελληνικά - αυλός, πίπα, σωλήνας, ζωηρός χορός, ζωηρός χορός του, είδος αυλού, είδος χορού
Τυχαίες λέξεις
Ogień στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξανθός, πυρακτώνομαι, φωτιά, ανάβω, φλόγες, φωτερός, φωτίζω, λάμψη, απολύω, πυροβολώ, φεγγοβολώ, πυρκαγιά, εκπυρσοκρότηση, πυρκαγιάς, φωτιάς, πυρός
Μεταφράσεις: ξανθός, πυρακτώνομαι, φωτιά, ανάβω, φλόγες, φωτερός, φωτίζω, λάμψη, απολύω, πυροβολώ, φεγγοβολώ, πυρκαγιά, εκπυρσοκρότηση, πυρκαγιάς, φωτιάς, πυρός