Okrzesać στα ελληνικά
Μετάφραση: okrzesać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στιλβώνω, γυαλίζω, βερνίκι, λουστράρω, λούστρο, χονδροπελεκώ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arlekinada στα ελληνικά - horseplay
- bodnia στα ελληνικά - -swinging
- chciwie στα ελληνικά - άπληστα, λαίμαργα, greedily, απληστία, αχόρταγα
- czara στα ελληνικά - κύπελλο, λεκάνη, κύλικα, λαγηνοειδή, λαγηνοειδών, καλυκοειδών, goblet
Τυχαίες λέξεις
Okrzesać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στιλβώνω, γυαλίζω, βερνίκι, λουστράρω, λούστρο, χονδροπελεκώ
Μεταφράσεις: στιλβώνω, γυαλίζω, βερνίκι, λουστράρω, λούστρο, χονδροπελεκώ