Ortodoksyjny στα ελληνικά

Μετάφραση: ortodoksyjny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορθόδοξος, ορθόδοξη, ορθόδοξο, ορθόδοξες, ορθόδοξης
Ortodoksyjny στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • deklaratywny στα ελληνικά - δηλωτικός, δηλωτικό, αναγνωριστική, αναγνωριστικής, δηλωτικό χαρακτήρα
  • demulgator στα ελληνικά - απογαλακτωματοποιητή, απογαλακτωματοποιητής
  • dwusiarczek στα ελληνικά - δισουλφιδίου, δισουλφίδιο, δισουλφιδικές, δισουλφιδικούς, δισουλφιδικό
  • ekspansjonizm στα ελληνικά - επεκτατισμού, επεκτατισμό, επεκτατισμός, επεκτατική, τον επεκτατισμό
Τυχαίες λέξεις
Ortodoksyjny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορθόδοξος, ορθόδοξη, ορθόδοξο, ορθόδοξες, ορθόδοξης