Półmrok στα ελληνικά
Μετάφραση: półmrok, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λυκόφως, σουρούπωμα, λυκόφωτος, του λυκόφωτος, λυκόφατος, το λυκόφως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- brązownictwo στα ελληνικά - μαύρισμα, για μαύρισμα, καφέ σκίαση, μαύρισμα ισχύος
- dłoń στα ελληνικά - δείκτης, δίνω, χέρι, παραδίνω, πλευρά, το χέρι, χεριού, ...
- foton στα ελληνικά - φωτόνιο, φωτονίων, φωτονίου, των φωτονίων, φωτόνια
Τυχαίες λέξεις
Półmrok στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λυκόφως, σουρούπωμα, λυκόφωτος, του λυκόφωτος, λυκόφατος, το λυκόφως
Μεταφράσεις: λυκόφως, σουρούπωμα, λυκόφωτος, του λυκόφωτος, λυκόφατος, το λυκόφως