Pękać στα ελληνικά
Μετάφραση: pękać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρωγμή, ραγίζω, ξέσπασμα, ξεσπώ, ράγισμα, θλάση, σπάζω, θραύση, ρωγμής, κρακ, ρωγμών, crack
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- czworaczki στα ελληνικά - τετράδυμα, quadruplets, τετράδυμων, τετράδες, τετραπλές
- folklorystyka στα ελληνικά - λαογραφία, λαογραφικό, λαογραφική, λαογραφικά, λαογραφίας
- inteligencja στα ελληνικά - διανοούμενοι, πνεύμα, εξυπνάδα, φυλάξου, νοημοσύνη, πληροφοριών, νοημοσύνης, ...
Τυχαίες λέξεις
Pękać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρωγμή, ραγίζω, ξέσπασμα, ξεσπώ, ράγισμα, θλάση, σπάζω, θραύση, ρωγμής, κρακ, ρωγμών, crack
Μεταφράσεις: ρωγμή, ραγίζω, ξέσπασμα, ξεσπώ, ράγισμα, θλάση, σπάζω, θραύση, ρωγμής, κρακ, ρωγμών, crack