Λέξη: χλωρίνη

Σχετικές λέξεις: χλωρίνη

χλωρίνη στο πλυντήριο, χλωρίνη τιμή, χλωρίνη ονειροκρίτης, χλωρίνη κλινέξ, χλωρίνη σε ρούχο, χλωρίνη κίνδυνοι, χλωρίνη στο μάτι, χλωρίνη και κόκα-κόλα, χλωρίνη χημική σύσταση, χλωρίνη και εγκυμοσύνη

Συνώνυμα: χλωρίνη

χλώριο

Μεταφράσεις: χλωρίνη

χλωρίνη στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bleach, chlorine, chlorin, of bleach, containing bleach

χλωρίνη στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
emblanquecer, colar, blanquear, cloro, de cloro, el cloro, clorina, del cloro

χλωρίνη στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
entfärben, bleichmittel, bleichen, Chlor, Chlor-, Chlors

χλωρίνη στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
décolorer, blanchir, herber, chlore, le chlore, de chlore, du chlore

χλωρίνη στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
candeggiare, sbiancare, cloro, di cloro, il cloro, del cloro, al cloro

χλωρίνη στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cloro, de cloro, o cloro, do cloro

χλωρίνη στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
chloor, chloorvrij, chloor-, chloorgehalte, van chloor

χλωρίνη στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отбеливатель, обесцвечивать, отбеливаться, отбелить, отбеливать, отбеливание, хлор, хлора, хлором

χλωρίνη στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bleke, bleike, klor, klor-, klorin

χλωρίνη στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
klor, klor-, klorin

χλωρίνη στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
valkaisu, valjeta, valkaista, kloori, klooria, kloorin, kloori-, kloorilla

χλωρίνη στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
klor, chlor, chlor-, klorin

χλωρίνη στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
bělit, bílit, chlór, chloru, chlor, chlóru, atom chloru

χλωρίνη στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
bielik, bielenie, wybielić, rozjaśnić, rozjaśniać, wybielać, bielić, wybielacz, chlor, chloru, atom chloru, chlorem

χλωρίνη στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
klór, klór-, klórt, klóratom

χλωρίνη στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
beyazlatmak, ağartmak, klor, klorin, klorlu

χλωρίνη στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
знебарвлювати, відбілювати, хлор, хлору

χλωρίνη στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
klor, klorit, klori, të klorit, klorin

χλωρίνη στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
хлор, хлорен, хлора, на хлор

χλωρίνη στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
хлор

χλωρίνη στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
valgendi, pleekima, pleegitama, kloor, kloori, kloori-, klooriaatom, klooriga

χλωρίνη στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
bjelilo, bijeliti, bijeljeti, klor, klora, klorom

χλωρίνη στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
klór, klóri, klór-, klórs, chlorlne

χλωρίνη στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
chloras, chloro, chlorą, chloru

χλωρίνη στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
hlors, hlora, hloru, Chlor, hlora atoms

χλωρίνη στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
хлор, хлорот, на хлор, хлорен

χλωρίνη στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
clor, de clor, clorului, clorul

χλωρίνη στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
klora, klor, klorom, klorov, klorovega

χλωρίνη στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
chlór, chlóru
Τυχαίες λέξεις