Państwowy στα ελληνικά

Μετάφραση: państwowy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κράτος, κρατίδιο, κοινός, εθνικός, κατάσταση, πολιτεία, κρατικών, κρατικές
Państwowy στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • cewnik στα ελληνικά - καθετήρας, καθετήρα, του καθετήρα, καθετήρος, καθετήρα που
  • dostawianie στα ελληνικά - προμήθεια, παρέχω, παροχή, χορήγηση, γοητευτικός, θελκτικός, ανάκτηση, ...
  • fatalistyczny στα ελληνικά - μοιρολατρικός, μοιρολατρική, φαταλιστική, τη μοιρολατρική, μοιρολατρικό
  • jadowicie στα ελληνικά - δόση ειρωνείας, με δόση ειρωνείας
Τυχαίες λέξεις
Państwowy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κράτος, κρατίδιο, κοινός, εθνικός, κατάσταση, πολιτεία, κρατικών, κρατικές