Pierś στα ελληνικά

Μετάφραση: pierś, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στήθος, μαστού, του μαστού, στήθους, μητρικό
Pierś στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abiogeneza στα ελληνικά - αβιογένεσις, αβιογέννεση, αυτόματη γέννεση
  • detal στα ελληνικά - απαριθμώ, άρθρο, λιανικός, λεπτομέρεια, λεπτομερώς, λεπτομέρειες, λεπτομερέστερα, ...
  • doradzić στα ελληνικά - συμβουλεύω, συνιστώ, συμβουλεύει, συμβουλεύσει, συμβουλεύουν, συμβουλεύουμε
  • hojny στα ελληνικά - δωρεάν, αδρός, πολυτελής, φιλελεύθερος, γενναιόδωρος, αρκετός, επιδαψιλεύω, ...
Τυχαίες λέξεις
Pierś στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στήθος, μαστού, του μαστού, στήθους, μητρικό