Pisk στα ελληνικά

Μετάφραση: pisk, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γρύζω, φωνάζω, κρυφοκοιτάζω, κραυγάζω, κραυγή, στριγκλιά, στριγκλίζω, κράζω, τσιριχτή, διαπεραστικός ήχος
Pisk στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anachoreta στα ελληνικά - ασκητής, ερημίτης, αναχωρήτης, αναχωρητή, αναχωρητής, ασκητή
  • bezalkoholowy στα ελληνικά - μη αλκοολούχα, μη αλκοολούχων, μη οινοπνευματώδη, μη οινοπνευματωδών, μη αλκοολούχο
  • bezzasadnie στα ελληνικά - αδικαιολόγητα, υπερβολικά, παράλογα, αδικαιολογήτως, χωρίς εύλογη αιτία
  • burmistrz στα ελληνικά - δήμαρχος, δημάρχου, δήμαρχο, Mayor, ο Δήμαρχος
Τυχαίες λέξεις
Pisk στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γρύζω, φωνάζω, κρυφοκοιτάζω, κραυγάζω, κραυγή, στριγκλιά, στριγκλίζω, κράζω, τσιριχτή, διαπεραστικός ήχος