Pita στα ελληνικά

Μετάφραση: pita, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φέσι, μεθυσμένος, πίτα, πίτας, πίτες
Pita στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aranżować στα ελληνικά - τακτοποιώ, κανονίζω, κανονίσει, να οργανώσει, κανονίσετε, κανονίσουν, φροντίσει σχετικά
  • falliczny στα ελληνικά - φαλλικό, φαλλικά, φαλλική, φαλλικές, phallic
  • fizjoterapeuta στα ελληνικά - φυσιοθεραπευτής, Φυσικοθεραπευτής, Φυσικοθεραπευτή, Φυσιοθεραπευτή, Φυσιοθεραπεύτρια
  • hańba στα ελληνικά - όνειδος, επίπληξη, ντροπή, ταπείνωση, κρίμα, δυσμένεια, αίσχος, ...
Τυχαίες λέξεις
Pita στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φέσι, μεθυσμένος, πίτα, πίτας, πίτες