Piwo στα ελληνικά
Μετάφραση: piwo, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαγειρεύω, μπύρα, βράζω, ποτό, βράσιμο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- behawioralny στα ελληνικά - συμπεριφοράς, συμπεριφορικές, συμπεριφορική, της συμπεριφοράς, συμπεριφορικών
- biotyp στα ελληνικά - βιότυπου, βιότυπο, biotype, βιότυποε, βιοτύπου
- chudzielec στα ελληνικά - λαιμός, στραγγαλίζω, τράχηλος, ισχνό άτομο
- hemofilia στα ελληνικά - αιμοφιλία, αιμορροφιλία, αιμοφιλίας, αιμορροφιλίας, η αιμοφιλία
Τυχαίες λέξεις
Piwo στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαγειρεύω, μπύρα, βράζω, ποτό, βράσιμο
Μεταφράσεις: μαγειρεύω, μπύρα, βράζω, ποτό, βράσιμο