Plenność στα ελληνικά
Μετάφραση: plenność, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευφορία, γονιμότητα, ευγονία, γονιμότητας, τη γονιμότητα, της γονιμότητας, γονιμότητα του
Μεταφράσεις
- bezan στα ελληνικά - ραπίζων, ιστίο της πρύμνης, καϊκι
- bezkostny στα ελληνικά - χωρίς κόκκαλα, χωρίς κόκαλα, χωρίς κόκαλα που, χωρίς κόκαλο, κρέατος χωρίς κόκαλα
- długonogi στα ελληνικά - μακροπόδαρος, leggy, μεγαλώσει το, ψηλά και λεπτά, άνισα
- imperatorski στα ελληνικά - αυτοκρατορικός, αυτοκρατορική, αυτοκρατορικό, αυτοκρατορικής, αυτοκρατορικού
Τυχαίες λέξεις
Plenność στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευφορία, γονιμότητα, ευγονία, γονιμότητας, τη γονιμότητα, της γονιμότητας, γονιμότητα του
Μεταφράσεις: ευφορία, γονιμότητα, ευγονία, γονιμότητας, τη γονιμότητα, της γονιμότητας, γονιμότητα του