Podchodzić στα ελληνικά

Μετάφραση: podchodzić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μέθοδος, παγανίζω, στέλεχος, προσεγγίζω, περίπου, προσέγγιση, κυνηγώ, ξεγελώ, πλησιάζω, προσέγγισης, προσέγγιση που, την προσέγγιση, η προσέγγιση
Podchodzić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bentosowy στα ελληνικά - βενθικά, βενθικών, βενθική, βενθικούς, βενθικές
  • chronometr στα ελληνικά - χρονόμετρο, χρονομέτρου, χρονόμετρο που, ένα χρονόμετρο, ένα χρονόμετρο που
  • dzielnie στα ελληνικά - γενναία, θαρραλέα, θάρρος, γενναιότητα, με γενναιότητα
  • gitara στα ελληνικά - κιθάρα, κιθάρας, την κιθάρα, της κιθάρας, κιθάρων
Τυχαίες λέξεις
Podchodzić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μέθοδος, παγανίζω, στέλεχος, προσεγγίζω, περίπου, προσέγγιση, κυνηγώ, ξεγελώ, πλησιάζω, προσέγγισης, προσέγγιση που, την προσέγγιση, η προσέγγιση