Pogwizdywać στα ελληνικά

Μετάφραση: pogwizdywać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφύριγμα, σφυρίχτρα, σφυρίζω, διαιτητής, τέλειωσε, σφυρίκτρα
Pogwizdywać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • asortyment στα ελληνικά - διακυμαίνομαι, φάσμα, εμβέλεια, συλλογή, ποικιλία, κατάταξη, γκάμα, ...
  • diapazon στα ελληνικά - διαπασών, με διαπασών, diapason, διαπασών που
  • dofinansowanie στα ελληνικά - υποτροφία, επίδομα, επιχορηγώ, χορηγώ, χρηματοδότηση, χρηματοδότησης, η χρηματοδότηση, ...
  • graniastosłupowy στα ελληνικά - πρισματικός, πρισματικό, πρισματική, πρισματικά, πρισματικής
Τυχαίες λέξεις
Pogwizdywać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφύριγμα, σφυρίχτρα, σφυρίζω, διαιτητής, τέλειωσε, σφυρίκτρα