Poniewierka στα ελληνικά

Μετάφραση: poniewierka, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμέλεια, παραγνωρίζω, άρρωστος, αμελώ, άγνοια, αντιξοότητα, αντιξοότητες, τις αντιξοότητες, αντιπαλότητα, αντιξοότητας
Poniewierka στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ciapa στα ελληνικά - Ciapa
  • indukować στα ελληνικά - προκαλώ, επάγουν, επάγει, προκαλείτε, να προκαλέσει, προκαλέσουν
  • instynktownie στα ελληνικά - ενστικτωδώς, ένστικτο, αυθόρμητα, από ένστικτο, ενστικτώδη
  • introspekcyjny στα ελληνικά - εσωστρεφείς, εσωστρεφής, ενδοσκοπική, εσωστρεφή, ενδοσκοπικό
Τυχαίες λέξεις
Poniewierka στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμέλεια, παραγνωρίζω, άρρωστος, αμελώ, άγνοια, αντιξοότητα, αντιξοότητες, τις αντιξοότητες, αντιπαλότητα, αντιξοότητας