Poufały στα ελληνικά

Μετάφραση: poufały, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενδόμυχος, στενός, οικείος, εξοικειωμένοι, οικεία, οικείο, εξοικειωμένος
Poufały στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bankier στα ελληνικά - τραπεζίτης, τραπεζίτη, τράπεζα, τραπεζικής, τράπεζας
  • domięśniowy στα ελληνικά - ενδομυϊκή, ενδομυϊκής, ενδομυϊκές, την ενδομυϊκή, η ενδομυϊκή
  • ekstremalnie στα ελληνικά - εξαιρετικά, πολύ, ιδιαίτερα, άκρως, υπερβολικά
  • fikcyjnie στα ελληνικά - πλασματικά, εικονικά, πλασματικής, πλασματικά το, πλασματικά τοποθετούνται
Τυχαίες λέξεις
Poufały στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενδόμυχος, στενός, οικείος, εξοικειωμένοι, οικεία, οικείο, εξοικειωμένος