Powiernictwo στα ελληνικά
Μετάφραση: powiernictwo, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θεματοφύλακας, διαχειριστής, κηδεμονία, κηδεμονίας, καταπιστευματική, καταπιστευματική διαχείριση, την κηδεμονία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aborcja στα ελληνικά - άμβλωση, έκτρωση, αποβολή, την άμβλωση, η άμβλωση
- burzliwość στα ελληνικά - ταραχή, αναταραχή, αναταράξεις, αναταραχής, στροβιλισμού
- chrześniak στα ελληνικά - βαφτιστικός, κόρη, βαφτιστήρι, βαφτιστικού, Godson, βαφτιστικός της, βαφτισιμιών
- fronton στα ελληνικά - αέτωμα, αετώματος, του αετώματος, αέτωμα που
Τυχαίες λέξεις
Powiernictwo στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θεματοφύλακας, διαχειριστής, κηδεμονία, κηδεμονίας, καταπιστευματική, καταπιστευματική διαχείριση, την κηδεμονία
Μεταφράσεις: θεματοφύλακας, διαχειριστής, κηδεμονία, κηδεμονίας, καταπιστευματική, καταπιστευματική διαχείριση, την κηδεμονία