Powikłanie στα ελληνικά
Μετάφραση: powikłanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόμβος, επιπλοκή, δένω, μπέρδεμα, περιπλοκή, φιόγκος, επιπλοκών, επιπλοκής, επιπλοκές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bezpodstawnie στα ελληνικά - αβάσιμα
- bigoteria στα ελληνικά - θρησκοληψία, μισαλλοδοξία, μισαλλοδοξίας, τη μισαλλοδοξία, φανατισμό
- chrapać στα ελληνικά - ροχαλίζω, ραγχαλίζω, ροχαλητό, ροχαλητού, ροχαλίζουν
- gramocząsteczka στα ελληνικά - τυφλοπόντικας, mole, μόλο, γραμμομοριακό, Μολ
Τυχαίες λέξεις
Powikłanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόμβος, επιπλοκή, δένω, μπέρδεμα, περιπλοκή, φιόγκος, επιπλοκών, επιπλοκής, επιπλοκές
Μεταφράσεις: κόμβος, επιπλοκή, δένω, μπέρδεμα, περιπλοκή, φιόγκος, επιπλοκών, επιπλοκής, επιπλοκές