Pracownik στα ελληνικά

Μετάφραση: pracownik, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χέρι, δίνω, δείκτης, παραδίνω, εργάτης, υπάλληλος, εργαζομένων, των εργαζομένων, εργαζόμενος, εργαζόμενο
Pracownik στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • czynsz στα ελληνικά - ενοικιάζω, ενοικίαση, ενοίκιο, νοίκι, μίσθωμα, ενοικίου, μισθώματος
  • fonogram στα ελληνικά - φωνογράφημα, φωνογραφημάτων, φωνογραφήματος, του φωνογραφήματος, φωνογραφικών
  • ikonografia στα ελληνικά - εικονογραφία, εικονογραφίας, αγιογραφία, αγιογραφίας, την εικονογραφία
  • interes στα ελληνικά - επιτήδευμα, προδίδω, επάγγελμα, υπόθεση, δουλειά, αγορά, τόκος, ...
Τυχαίες λέξεις
Pracownik στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χέρι, δίνω, δείκτης, παραδίνω, εργάτης, υπάλληλος, εργαζομένων, των εργαζομένων, εργαζόμενος, εργαζόμενο