Prasowanie στα ελληνικά

Μετάφραση: prasowanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλάσιμο, σιδερώματος, σιδέρωμα, Υπηρεσία σιδερώματος, σιδερώστρα, σιδερώστρες
Prasowanie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dokończyć στα ελληνικά - ολοκληρώνω, ολόκληρος, ξαναρχίζω, περατώνω, φινίρισμα, γκολ το, τελείωμα, ...
  • ekierka στα ελληνικά - τετράγωνο, πλατεία, τετραγωνικών, τετραγωνικά, τετραγωνικό
  • fachowiec στα ελληνικά - εμπειρογνώμων, ειδικός, εμπειρογνώμονας, επαγγελματίας, επαγγελματικός, εμπειρογνωμόνων, εμπειρογνώμονα, ...
  • horrendalny στα ελληνικά - απαίσιος, ασυνείδητος, παράλογη, ασυνείδητη, εξωφρενικό, ασυνείδητες
Τυχαίες λέξεις
Prasowanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλάσιμο, σιδερώματος, σιδέρωμα, Υπηρεσία σιδερώματος, σιδερώστρα, σιδερώστρες