Prohibicja στα ελληνικά
Μετάφραση: prohibicja, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαγόρευση, απαγόρευσης, απαγορεύσεως, την απαγόρευση, απαγόρευση αυτή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bulgot στα ελληνικά - γουργούρισμα, κελάρυσμα, γουργουρητό, κελαρύζει, κελαρύζω
- chimeryczność στα ελληνικά - ανύπαρκτο, εξωπραγματικού, μη πραγματικότητας, μη πραγματικότητα
- dynamizm στα ελληνικά - δυναμισμός, δυναμισμό, δυναμισμού, δυναμική, το δυναμισμό
- grafit στα ελληνικά - λουρί, ηγούμαι, μόλυβδος, γραφίτης, γραφίτη, από γραφίτη, γραφίτου
Τυχαίες λέξεις
Prohibicja στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαγόρευση, απαγόρευσης, απαγορεύσεως, την απαγόρευση, απαγόρευση αυτή
Μεταφράσεις: απαγόρευση, απαγόρευσης, απαγορεύσεως, την απαγόρευση, απαγόρευση αυτή