Λέξη: μικρόψυχος

Συνώνυμα: μικρόψυχος

δειλός

Μεταφράσεις: μικρόψυχος

μικρόψυχος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
pusillanimous

μικρόψυχος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
pusilánime, pusilánimes, pusilanime, pusilanimidad

μικρόψυχος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
verzagt, feige, kleinmütig, pusillanimous, kleinmütige, kleinmütigen

μικρόψυχος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
peureux, timide, craintif, appréhensif, pusillanime, pusillanimes, pusillanimous, pusillanimité

μικρόψυχος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pusillanime, pusillanimi, pusillanimous, imbelle

μικρόψυχος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
covarde, pusilânime, pusillanimous, pusilânimes, cobarde

μικρόψυχος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
lafhartig, kleinmoedig, blohartig, kleinmoedige, kleinhartig

μικρόψυχος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
малодушный, трусоватый, малодушных, малодушны, малодушными

μικρόψυχος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
pusillanimous

μικρόψυχος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
pusillanimous, klenmodig, modlös, klenmodiga

μικρόψυχος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
pelkurimainen, pusillanimous, arka

μικρόψυχος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
pusillanimous, feje

μικρόψυχος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
bojácný, ustrašený

μικρόψυχος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
lękliwy, małoduszny, pusillanimous

μικρόψυχος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
csüggeteg, pipogya, kishitű

μικρόψυχος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
pısırık, pusillanimous, korkak, tabansız, tabasız

μικρόψυχος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
легкодухість, легкодухий, малодушний

μικρόψυχος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
frikacak, frikac, zemërlepur

μικρόψυχος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
малодушен, плах, малодушни

μικρόψυχος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
маладушны, баязлівы, душою малы

μικρόψυχος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
väikesehingeline, otsustusvõimetu, kartlik, pusillanimous

μικρόψυχος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kukavan, malodušan

μικρόψυχος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
pusillanimous

μικρόψυχος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
bailus, Mazdūšīgs, pusillanimous, silpnadvasis, Małoduszny

μικρόψυχος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
mazdūšīgs

μικρόψυχος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
pusillanimous

μικρόψυχος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
lipsit de curaj, fricos, temător

μικρόψυχος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Malodušan

μικρόψυχος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
ustrašený, bojácný, bojazlivý, bojkovia
Τυχαίες λέξεις