Prowokujący στα ελληνικά
Μετάφραση: prowokujący, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιταμός, προκλητικός, προκλητική, προκλητικές, προκλητικό, προκλητικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bielizna στα ελληνικά - λινός, κλινοσκεπάσματα, εσώρουχα, εσωρούχων, εσώρουχο, τα εσώρουχα, εσωρούχων που
- cenzurować στα ελληνικά - λογοκρίνω, λογοκριτής, λογοκρισία, λογοκρίνει, λογοκριτή, λογοκρίνουν
- dokuczliwość στα ελληνικά - ενόχληση, μπελάς, ενόχλησης, όχλησης, όχληση, την ενόχληση
- inspirator στα ελληνικά - ελεγκτής, επόπτης, επιθεωρητής, στροφείο, πτερωτή, στροφείου, πτερωτής, ...
Τυχαίες λέξεις
Prowokujący στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιταμός, προκλητικός, προκλητική, προκλητικές, προκλητικό, προκλητικά
Μεταφράσεις: ιταμός, προκλητικός, προκλητική, προκλητικές, προκλητικό, προκλητικά