Prymitywny στα ελληνικά

Μετάφραση: prymitywny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρχέγονος, αγροίκος, αγενής, πρωτόγονος, ωμός, ακατέργαστος, χονδροειδής, προϊστορικός, πρωτόγονη, πρωτόγονες, πρωτόγονο, πρωτόγονα
Prymitywny στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • całokształt στα ελληνικά - συναρμολόγηση, άρτιος, σύναξη, ακέραιος, συσσωμάτωμα, ολόκληρος, ολότητα, ...
  • czoło στα ελληνικά - κύρος, αντιμετωπίζω, φρύδι, αντικρίζω, πρόσοψη, κούτελο, μέτωπο, ...
  • gęsty στα ελληνικά - δασύς, συμπαγής, πυκνός, συμπυκνωμένος, παχύ, πάχους, παχιά, ...
  • izobara στα ελληνικά - ισοβαρής, isobar
Τυχαίες λέξεις
Prymitywny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρχέγονος, αγροίκος, αγενής, πρωτόγονος, ωμός, ακατέργαστος, χονδροειδής, προϊστορικός, πρωτόγονη, πρωτόγονες, πρωτόγονο, πρωτόγονα