Przechwycić στα ελληνικά
Μετάφραση: przechwycić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανιχνεύω, τέμνω, κατάσχω, αιχμαλωσία, καταλαμβάνω, ανακόπτω, αιχμαλωτίζω, τομής, σημείο τομής, τομή, αναχαίτισης, τεταγμένης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chytrze στα ελληνικά - πονηρά, με πανουργία, πανουργία, craftily, εντέχνως
- cięgło στα ελληνικά - ρυμούλκηση, ρυμούλκησης, Στουπιά, Κοτσαδόρος, στουπί
- epidemiologiczny στα ελληνικά - επιδημιολογικές, επιδημιολογικά, επιδημιολογική, επιδημιολογικής, επιδημιολογικών
- garbus στα ελληνικά - καμπούρα, καμπούρης, καμπούρη, hunchback, Κουασιμόδου
Τυχαίες λέξεις
Przechwycić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανιχνεύω, τέμνω, κατάσχω, αιχμαλωσία, καταλαμβάνω, ανακόπτω, αιχμαλωτίζω, τομής, σημείο τομής, τομή, αναχαίτισης, τεταγμένης
Μεταφράσεις: ανιχνεύω, τέμνω, κατάσχω, αιχμαλωσία, καταλαμβάνω, ανακόπτω, αιχμαλωτίζω, τομής, σημείο τομής, τομή, αναχαίτισης, τεταγμένης