Przecinać στα ελληνικά
Μετάφραση: przecinać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψαλιδίζω, συνδετήρας, φέτα, πόρπη, κοπή, κουρεύω, κόβω, αποκόβω, κόψιμο, τομή, περικοπή, κομμένα, κοπής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ciężarowiec στα ελληνικά - αρσιβαρίστας, αρσιβαρίστρια, βαρών, weightlifter, αρσιβαρίστα
- dowóz στα ελληνικά - παραλαβή, παρέχω, παροχή, παράδοση, προμήθεια, χορήγηση, διανομή, ...
- draka στα ελληνικά - καβγάς, σειρά, κωπηλατώ, σαματάς, ταραχή, θορυβώδης φιλονικία, θόρυβος
- dudnienie στα ελληνικά - μπουμπουνίζω, δέρνω, νικώ, χτυπώ, σιγοβροντώ, βουίξτε, Rumble, ...
Τυχαίες λέξεις
Przecinać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψαλιδίζω, συνδετήρας, φέτα, πόρπη, κοπή, κουρεύω, κόβω, αποκόβω, κόψιμο, τομή, περικοπή, κομμένα, κοπής
Μεταφράσεις: ψαλιδίζω, συνδετήρας, φέτα, πόρπη, κοπή, κουρεύω, κόβω, αποκόβω, κόψιμο, τομή, περικοπή, κομμένα, κοπής