Przedział στα ελληνικά

Μετάφραση: przedział, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διχασμός, θαλαμίσκος, σπιθαμή, διάλειμμα, μεραρχία, διάστημα, χωρισμός, διαίρεση, μέρος, χωρίστρα, διαστήματος, χρονικό, χρονικό διάστημα, μεσοδιάστημα
Przedział στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anodyzacja στα ελληνικά - ανοδίωση, ανοδίωσης, την ανοδίωση, ανοδική οξείδωση, anodization
  • dopłata στα ελληνικά - προσαύξηση, επιβάρυνση, επιπλέον χρέωση, με επιπλέον χρέωση, χρέωση
  • egzorcyzm στα ελληνικά - εξορκισμός, εξορκισμό, εξορκισμού, τον εξορκισμό, εξορκισμών
  • gliniasty στα ελληνικά - αργιλώδης, πηλός, άργιλος, πηλό, αργίλου, άργιλο
Τυχαίες λέξεις
Przedział στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διχασμός, θαλαμίσκος, σπιθαμή, διάλειμμα, μεραρχία, διάστημα, χωρισμός, διαίρεση, μέρος, χωρίστρα, διαστήματος, χρονικό, χρονικό διάστημα, μεσοδιάστημα