Σπιθαμή στα πολωνικά
Μετάφραση: σπιθαμή, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przęsło, rozpiętość, długość, zakres, zasięg, piędź, rozstaw, okres, przedział, rozpiętości
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σπιθαμή
μια σπιθαμή, σπιθαμή μονάδα μέτρησησ, σπιθαμή προς σπιθαμή, σπιθαμή ή σπιθαμή, σπιθαμή λεξικό, σπιθαμή λεξικό γλώσσας πολωνικά, σπιθαμή στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- σπηλιά στα πολωνικά - pieczara, grota, jaskinia, zapadać, scysja, Cave, jaskini, ...
- σπιθίζω στα πολωνικά - błysk, błyskać, iskrzenie, mgnienie, skrzyć, migotać, zaiskrzyć, ...
- σπιθοβολώ στα πολωνικά - błyskotka, iskierka, odrobina, modniś, fircyk, rozpętać, galant, ...
- σπιλώνω στα πολωνικά - zaciemniać, kalać, plamić, mącić, besmirched
Τυχαίες λέξεις
Σπιθαμή στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: przęsło, rozpiętość, długość, zakres, zasięg, piędź, rozstaw, okres, przedział, rozpiętości
Μεταφράσεις: przęsło, rozpiętość, długość, zakres, zasięg, piędź, rozstaw, okres, przedział, rozpiętości