Λέξη: οικολογία

Σχετικές λέξεις: οικολογία

οικολογία γ λυκείου, οικολογία αλληλεγγύη αμθ, οικολογία και περιβάλλον, οικολογία αλληλεγγύη, οικολογία έκθεση γ λυκείου, οικολογία οικοσυστήματα και προστασία του περιβάλλοντος, οικολογία αλληλεγγύη τρεμόπουλος, οικολογία ορισμός, οικολογία pdf, οικολογία για παιδιά

Μεταφράσεις: οικολογία

οικολογία στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
ecology, ecology of, ecological, environmentalism

οικολογία στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ecología, la ecología, ecología de, ecology, ecológico

οικολογία στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ökologie, Ökologie, ökologisch, der Ökologie, ökologischen

οικολογία στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
écologie, l'écologie, écologique, de l'écologie

οικολογία στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ecologia, l'ecologia, dell'ecologia, di ecologia, ecologico

οικολογία στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ecologia, ecology, ecologia da, a ecologia, da ecologia

οικολογία στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ecologie, ecologisch, de ecologie, ecologische

οικολογία στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
экология, экологии, экологию, экологичности, Ecology

οικολογία στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
økologi, økologien, økologisk, økologiske

οικολογία στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ekologi, ekologin, ekologiska, ekologisk

οικολογία στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ekologia, ekologian, ekologiaa, ekologiaan, ekologiasta

οικολογία στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
økologi, økologien, økologiske, ecology, økologisk

οικολογία στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
ekologie, ekologii, geobotanika, Ecology, oblasti ekologie

οικολογία στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ekologia, ekologii, Ecology, ekologiczny, ekologiczne

οικολογία στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ökológia, ökológiájának, ökológiai, az ökológia, ökológiája

οικολογία στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ekoloji, Ekolojisi, ekolojik, Ecology, Hayat Ekolojisi

οικολογία στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
екологія

οικολογία στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ekologjia, ekologji, ekologjinë, ekologjisë, e ekologjisë

οικολογία στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
екология, екологията, екологична, на екологията, екологичен

οικολογία στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
экалогія, экалёгія

οικολογία στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ökoloogia, Ecology, ökoloogiat, keskkonna-, ökoloogia-

οικολογία στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ekologija, okoliš, ekologije, ekologiji, ekologiju, ekološki

οικολογία στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
vistfræði, Ecology, lífríki, vistkerfi, vistkerfa

οικολογία στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ekologija, Aplinkosauga, ekologijos, ekologijai, ekologiją

οικολογία στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ekoloģija, ekoloģiju, Ecology, ekoloģijas, ekoloģisku mērķu

οικολογία στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
екологија, екологијата, на екологијата, еколошки, еколошка

οικολογία στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ecologie, Ecologiei, ecologia, ecologic, ecologice

οικολογία στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
ekologija, ekologijo, ekologije, Ecology, ekologiji

οικολογία στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
ekológia, ekológie, ekologie

Στατιστικά δημοτικότητας: οικολογία

Τυχαίες λέξεις