Przemówić στα ελληνικά
Μετάφραση: przemówić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρένω, μιλώ, μιλούν, μιλήσει, μιλήσω, μιλήσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- angina στα ελληνικά - κυνάγχη, στηθάγχη, στηθάγχης, της στηθάγχης, τη στηθάγχη
- atropina στα ελληνικά - ατροπίνη, ατροπίνης, η ατροπίνη, την ατροπίνη
- eskortować στα ελληνικά - καβαλιέρος, συνοδεύω, ακολουθία, συνοδεία, συνοδός, συνοδείας, συνοδό, ...
- głosowy στα ελληνικά - φωνή, φωνής, φωνητικής, φωνητική, τη φωνή
Τυχαίες λέξεις
Przemówić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρένω, μιλώ, μιλούν, μιλήσει, μιλήσω, μιλήσουν
Μεταφράσεις: κρένω, μιλώ, μιλούν, μιλήσει, μιλήσω, μιλήσουν