Przeprowadzić στα ελληνικά
Μετάφραση: przeprowadzić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετακομίζω, κινώ, κουβαλώ, εκκενώνω, επιβάλλω, κίνηση, μεταφέρω, σαλεύω, θεσπίζω, εκτελέσει, εκτελούν, εκτελεί, να εκτελέσει, εκτέλεση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- barok στα ελληνικά - μπαρόκ, Baroque, το μπαρόκ, μπαρόκ Της, του Μπαρόκ
- chorał στα ελληνικά - άσμα, ψαλμωδία, άσματος, ασμάτων, σύνθημα
- entelechia στα ελληνικά - εντελέχεια, εντελέχεια που
- foremność στα ελληνικά - συμμετρία, σχήμα, μορφή, σχήματος, το σχήμα, μορφής
Τυχαίες λέξεις
Przeprowadzić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετακομίζω, κινώ, κουβαλώ, εκκενώνω, επιβάλλω, κίνηση, μεταφέρω, σαλεύω, θεσπίζω, εκτελέσει, εκτελούν, εκτελεί, να εκτελέσει, εκτέλεση
Μεταφράσεις: μετακομίζω, κινώ, κουβαλώ, εκκενώνω, επιβάλλω, κίνηση, μεταφέρω, σαλεύω, θεσπίζω, εκτελέσει, εκτελούν, εκτελεί, να εκτελέσει, εκτέλεση