Przestarzały στα ελληνικά
Μετάφραση: przestarzały, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαρχαιωμένος, παρωχημένες, παρωχημένα, παρωχημένη, ξεπερασμένο, άνευ αντικειμένου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- defraudacja στα ελληνικά - κατάχρηση, υπεξαίρεση, υπεξαίρεσης, κατάχρησης, καταχρήσεις
- długowłosy στα ελληνικά - μακρύς, μεγάλος, μακρυμάλλης, μακριά μαλλιά, μακρυμάλλη, μακρύ τρίχωμα, μακρυμάλλες
- estakada στα ελληνικά - αποβάθρα, Wharf, προβλήτα, προβλήτας, αποβάθρας
- farad στα ελληνικά - φαράντ, ηλεκτρική μονάδα, η Farad
Τυχαίες λέξεις
Przestarzały στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαρχαιωμένος, παρωχημένες, παρωχημένα, παρωχημένη, ξεπερασμένο, άνευ αντικειμένου
Μεταφράσεις: απαρχαιωμένος, παρωχημένες, παρωχημένα, παρωχημένη, ξεπερασμένο, άνευ αντικειμένου