Παντρεύομαι στα αγγλικά
Μετάφραση: παντρεύομαι, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
wed, getting married, get married, marrying
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: παντρεύομαι
wed
- νυμφεύω
- παντρεύομαι
- νυμφεύομαι
- συζευγνύω
Σχετικές λέξεις: παντρεύομαι
παντρεύομαι ονειροκρίτης, επιτέλουσ παντρεύομαι, δεν παντρεύομαι, παντρεύομαι ετυμολογία, πότε παντρεύομαι, παντρεύομαι λεξικό γλώσσας αγγλικά, παντρεύομαι στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- παντρεμένη στα αγγλικά - married, married to, a married, been married
- παντρεμένος στα αγγλικά - married, wedded, married to
- παντόφλα στα αγγλικά - slipper, mule, slippers, the slipper
- πανωλεθρία στα αγγλικά - catastrophe, debacle, havoc, calamity, rout, disaster
Τυχαίες λέξεις
Παντρεύομαι στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: wed, getting married, get married, marrying
Μεταφράσεις: wed, getting married, get married, marrying